Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Ο Άνεμος


-         «Καλησπέρα, είμαι ο Άνεμος»,
είπε, καθώς τα κόκκινα σύννεφα που τον συντρόφευαν, φώτιζαν αμήχανα το πρόσωπό του και τον έκαναν να μοιάζει σαν παιδί, που μόλις έπρεπε να απαγγείλει το πρώτο του ποίημα μπροστά από ένα κοινό που τον κοίταζε με ορθάνοιχτα μάτια. Κατά την εκπνοή του ένα απαλό αεράκι ξεχύθηκε και ταξίδεψε στον περιβάλλοντα χώρο. Ένα αεράκι που έκανε τις κυρίες με το ένα χέρι να κρατήσουν τα πελώρια καπέλα τους και με το άλλο τις πολύχρωμες φούστες τους, που-έτσι κι αλλιώς-χόρευαν όπως οι κουρτίνες τα καλοκαίρια πίσω από τα ανοιχτά παράθυρα.

-         «Αήρ!» ακούστηκε να τον διορθώνει αυστηρά μία φωνή κάπως τσιριχτή.
Όλοι έστρεψαν το κεφάλι και έριξαν το βλέμμα τους στη μικρόσωμη κυρία, που πάσχιζε να ισορροπήσει τα μικροσκοπικά της γυαλιά στην γαμψή της μύτη. Η μητέρα του Ανέμου χαρακτηριζόταν από μια αρχαιολατρία και απαιτούσε από το γιο της να ακολουθεί αυτή της την αγάπη.

Ο Άνεμος δεν πρόλαβε να αντιδράσει, καθώς πετάχτηκε ένας μεγαλόσωμος κύριος με μεγάλο μουστάκι και ήρεμο βλέμμα. Φορούσε ένα πολύχρωμο χαβανέζικο πουκάμισο και μία πολύχρωμη βερμούδα. Ο πατέρας του Ανέμου. Όλοι τον κοίταξαν και ένα πνιχτό γελάκι ξεχύθηκε στην ομήγυρη. Μα εκείνον δεν τον ένοιαζαν ποτέ οι γνώμες των άλλων. Γι’ αυτό και κατάφερνε να ζει ευτυχισμένος με όσα εκείνον ευχαριστούσαν.
-         «Άφησε το παιδί! Μην το ζορίζεις. Άσε τον Αέρα…εεε, τον Άνεμο εννοώ…να αποφασίσει μόνος του το όνομα που θα τον ακολουθεί».Είπε κοιτώντας σχεδόν αδιάφορα τη μικροσκοπική σύζυγό του κι έπειτα στράφηκε προς τον Άνεμο, που κοιτούσε αποσβολωμένος το σκηνικό. Τώρα πια τα μάγουλα του είχαν κοκκινίσει για τα καλά και δεν ευθύνονταν οι φίλοι του τα σύννεφα γι’ αυτό. Ο πατέρας του συνέχισε, απευθυνόμενος προς εκείνον αυτή τη φορά: «Δεν έχουν καμία σημασία τα ονόματα γιε μου. Τα ονόματα είναι οι κωδικοί που μας βάζουν για να μας ξεχωρίζουν στο πλήθος. Δε συμβολίζουν τίποτε παραπάνω. Άλλα πράγματα μας χαρακτηρίζουν. Μας χαρακτηρίζουν οι ικανότητές μας, που πρέπει να ψάξουμε πολύ για να τις βρούμε μέσα στο χάος της ύπαρξής μας. Μας χαρακτηρίζουν οι επιθυμίες μας, τα όνειρά μας και τα «θέλω» μας. Μας χαρακτηρίζουν τα αισθήματα που -κατά καιρούς-  επισκέπτονται την ψυχή μας, και ίσως-λέω ίσως-να μας χαρακτηρίζουν και τα χαμόγελα που κάποτε ξυπνήσαμε στα πρόσωπα άλλων».
Ο Άνεμος θυμήθηκε γιατί τον ηρεμούσε πάντα αυτή η φωνή του πατέρα του. Έκρυβε μία ηρεμία, που όταν πραγματωνόταν σε λόγια, ένοιωθε πως είναι αυτός το πούπουλο, που κάποιος άλλος φυσάει κι εκείνο ταξιδεύει χαράσσοντας μόνο του την πορεία.
Γύρισε λοιπόν στο πλήθος και με περίσσια αυτοπεποίθηση ξεκίνησε από την αρχή:
-         «Καλησπέρα! Είμαι εκείνος που φυσάει, άλλοτε απαλά χαϊδεύοντας τα μαλλιά σας και άλλοτε με τόση δύναμη που νομίζετε πως θα σας απογειώσω στο δικό μου ταξίδι. Είμαι εκείνος που άλλοι τον λένε «Άνεμο», άλλοι τον φωνάζουν «Αέρα». Είμαι εκείνος που απλά είναι ταξιδευτής στον κόσμο των ονείρων του. Εκείνος που έχει τη δυνατότητα να ανεμίζει στα «θέλω» του.
Όπως και να με αποκαλέσετε, είμαι εκείνος που ονειρεύεται να γυρίσει τον κόσμο από άκρη σε άκρη, παρέα με τα σύννεφα. Άλλοτε λευκά, άλλοτε μαύρα αγριεμένα, άλλοτε κόκκινα-θαρρείς ρομαντικά- όπως τώρα. Ωραίες εναλλαγές που δε με αφήνουν να τα βαρεθώ στο υπέροχο ταξίδι μου. Θέλω να δω χώρες διαφορετικές. Να φυσήξω σε ζεστούς τόπους και να ξυπνήσω το χαμόγελο σε δυο ιδρωμένα παιδικά κορμιά, που τρέχουν πίσω από μια σκισμένη μπάλα. Θέλω να φυσήξω σε χιονισμένα μέρη και να σχεδιάζω σμήνη νιφάδων έξω από ένα σφαλιστό παράθυρο, που θα κοιτάζει το άρρωστο κοριτσάκι που δεν πήγε στο σχολείο. Θέλω με ένα απαλό φύσημα να σηκώσω τον πράσινο χαρταετό που θα πετάξουν τα παιδιά σε ένα λόφο. Θέλω να φυσήξω ευνοϊκά πίσω από ζώα στις ζούγκλες του Αμαζονίου, που τρέχουν να ξεφύγουν από τον κυνηγό. Θέλω να γνωρίσω όλα εκείνα τα φυτά που δεν είχα ποτέ φανταστεί πως μπορεί κάπου να υπάρχουν. Θέλω να δω όλα όσα μπορώ να δω, πριν εκπνεύσω ξεψυχισμένα ένα καυτό μεσημέρι του Ιούλη, σε κάποια θάλασσα του Αιγαίου. Επιθυμία μου είναι να γεμίσω με εικόνες τις ανάσες μου και να τις μεταφέρω από τον έναν τόπο στον άλλο. Να σας δείχνω, σαν σε φιλμ, τις εμπειρίες και τις αναμνήσεις μου και να τις μοιραζόμαστε στη θέα των πελώριων κυμάτων του Σεπτέμβρη. Γι’ αυτό προσπαθήστε να προσέχετε τον τόπο σας, για να έχω όμορφες εικόνες και μυρωδιές να μεταφέρω στο ταξίδι μου, από τον έναν στον άλλο τόπο. Βοηθήστε με να ξυπνήσω τα χαμόγελα που θέλω στα θλιμμένα πρόσωπα, γιατί ο άνεμος ο καθάριος είναι σαν επιπλέον ανάσες στη ζωή. Αφήστε με να ταξιδέψω όπως εγώ θέλω. Μη μου στερείται το όνειρο και πείτε με όπως  εσείς θέλετε, δε με ενοχλεί. Μόνο τη ζωή μου ζητώ να μου χαρίσετε, κι εγώ θα σας πλημμυρίσω χαμόγελα. Να τα βλέπω και να έχω να πορεύομαι στο ταξίδι, σαν δύναμη πως κατάφερα να ξυπνήσω χαρά σε ανθρώπινες ψυχές».

Κι έτσι συστήθηκε ο Άνεμος στους ανθρώπους …

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου