Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Η επανάσταση στον αντίποδα της ζωής

Σήμερα λέω να μιλήσουμε για επαναστάσεις.

 Μη φανταστείτε ότι μ’έπιασε καμιά ξαφνική ιστοριολατρεία και θα αρχίσω να σας αναλύω εδώ τα αίτια της βιομηχανικής επανάστασης, αυτά ποσώς με ενδιαφέρουν. Οι προσωπικές επαναστάσεις είναι που στροβιλίζονται στο μυαλό μου αυτές τις μέρες.

Λοιπόν…

Τους άκουγα να μιλάνε για τα εφηβικά τους κατορθώματα, που οδηγούσαν τους γονείς τους σε απόγνωση και ήταν σαν να παρακολουθούσα αμίλητη(αυτό κι αν είναι περίεργο) το έργο που παιζόταν σε ένα λευκό πανί που θαρρείς πως είχαν στρώσει απέναντί μου. Μιλούσαν για κάτι μυστικές σαββατιάτικες εξόδους, που ξεκινούσαν πηδώντας από το παράθυρο του δωματίου τους , μιας και δεν έπρεπε να γίνουν αντιληπτοί από τους γονείς τους, που μασούσαν σαν τσίχλα τα «μην»και τα «δεν». Άκουγα για ομηρικούς καβγάδες που κατέληγαν σε κλειδωμένα δωμάτια και σε απεγνωσμένα ερωτήματα τύπου «τι έχει πάθει το παιδί μας;» Άκουγα για το ανικανοποίητο της εφηβείας και την απαξίωση των πάντων, γιατί τότε ανεκάλυπταν  την ύπαρξη των προσωπικών επιθυμιών, έναντι των «πρέπει» που τους επέβαλλαν. Άκουγα με προσοχή μασουλώντας τα φιστίκια που είχα πάρει ανά χείρας. Γρήγορα συνειδητοποίησαν το μη φυσιολογικό της σιωπής μου και άρχισαν να ρωτάνε για τις δικές μου επαναστάσεις στην εφηβεία.

Με κοίταξαν σαν εξωγήινο που δεν είχα ιστορίες επανάστασης να τους διηγηθώ. Που δεν κάπνισα κρυφά στις καβάντζες του σχολείου-έτσι για αντίδραση- και που δεν έγινα λιώμα από το ποτό, όταν πια φοιτήτρια μπορούσα να είμαι «ελεύθερη».

«Μα εγώ ήμουν πάντα ελεύθερη» τόλμησα να ξεστομίσω. «Δε χρειάστηκε ποτέ να επαναστατήσω. Δεν είχα λόγο». Κι εκεί ένοιωσα μια ικανοποίηση στα όρια ευγνωμοσύνης, για τη συνειδητοποίηση της στιγμής.

Δε λέω, απόλυτα σεβαστές οι επαναστάσεις και κρύβουν και ένα είδος γοητείας, αλλά προσωπικά με θλίβουν, γιατί για να πραγματωθούν προϋποθέτουν ένα καθεστώς καταπίεσης κι εγώ με την καταπίεση δεν τα πήγαινα ποτέ καλά. Θαρρείς πως έχω αλλεργία στους περιορισμούς και τις συμβάσεις. Αφήστε που νοιώθω πως η επανάσταση κρύβει στο ξεκίνημά της την έννοια της ήττας. Είτε την ήττα του καταπιεσμένου είτε  εκείνη του καταπιεστή. Ο πρώτος ηττήθηκε στο επίπεδο της διεκδίκησης των προσωπικών του επιθυμιών και επιθυμητών τρόπων διαβίωσης, ενώ ο δεύτερος ηττήθηκε στο επίπεδο του να καταφέρει να διατηρήσει την ισορροπία του ελέγχου. Ο καταπιεστής μεταφράζεται στο μυαλό μου σε άνθρωπο που δεν καταφέρνει να επικοινωνήσει και να υπερασπιστεί την ορθότητα των απόψεών του, κι έτσι καταφεύγει στην επιβολή τους, μέσω της καταπίεσης. Στο μυαλό μου οι επαναστάτες ντύνονται εκείνα τα γκριζοχακί ρούχα και το χαρακτηριστικό μπερέ στο κεφάλι. Ναι, η αλήθεια είναι πως, όταν μετουσιώνω τη σκέψη μου αυτή στην ύπαρξη του Τσε, νοιώθω ένα δέος και μια γοητεία, μα στην καθημερινή μου πραγματικότητα-συγχωρέστε με-αλλά θα προτιμήσω τα χρώματα. Τα παρδαλά ρούχα και τις πολύχρωμες μαντίλες στο κεφάλι. Τη δική μου ελευθερία.

 Έτσι λοιπόν προσπάθησα να αναλύσω στο κεφάλι μου τα αίτια της ανύπαρκτης  ανάγκης  μου για επανάσταση, εκεί στη μετάβασή μου από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή. Δεν ξέρω αν είμαι υπερβολική, αλλά τα συμπεράσματά μου τα βλέπω σαν οδηγό ανατροφής ελεύθερων ατόμων:

Δεν υπήρχαν λοιπόν τα απαγορευτικά μόρια «μην»και «δεν», που κατά κάποιο τρόπο μετατρέπουν το απαγορευμένο σε πρόκληση. Δεν υπήρχαν ρήματα σε έγκλιση προστακτική. Υπήρχαν όμως πολλές συζητήσεις. Υπήρχαν πολλές ιστορίες-τώρα που το σκέφτομαι, έμοιαζαν με παραβολές. Υπήρχαν τραγούδια που περνούσαν νοήματα. Υπήρχαν χαμόγελα. Υπήρχαν ερωτήσεις, για να καταλήξουμε στην πιο κατάλληλη αντίδραση ή συμπεριφορά. Ποτέ όμως προστακτική. Όχι, δε λέω πως είναι εύκολο αυτό. Μάλλον πρέπει να προηγηθεί ένα στάδιο προετοιμασίας αρκετά δύσκολο, για να καταφέρει κανείς να μην κάνει χρήση της προστακτικής και να εμπιστεύεται τις ζωές σε ελεύθερες ερωτήσεις. Κάπως σαν το αγρότη που πρέπει πρώτα να φροντίσει τη γη του με τις κατάλληλες μεθόδους και στη συνέχεια να προχωρήσει στη σπορά. Δεν ξέρω να σας πω λεπτομέρειες ή μάλλον θέλει ολόκληρες σελίδες για να σας τις εξηγήσω, αλλά το σίγουρο είναι πως το να είναι κανείς  πραγματικός παιδαγωγός είναι χάρισμα και δε μαθαίνεται απλώς από τις σελίδες των βιβλίων.

Προσωπικά λοιπόν κατέληξα πως είναι πολύ πιο όμορφο να μεγαλώνουμε «πολύχρωμα» και ελεύθερα παιδιά που χαμογελούν, από το να μεγαλώνουμε «δυνάμει» γκρίζους επαναστάτες. Οι επαναστάτες απορροφούνται εξαρχής από τα «πρέπει»που τους επιβάλλουν και στην πορεία από τα προσωπικά τους «πρέπει» που θα τους οδηγήσουν στην  αποτίναξη του ζυγού. Χάνουν χρόνο από την πραγματική ζωή. Εκεί καταλήγω.

Ας μάθουμε στα παιδιά απλώς να ζουν!  Και η ζωή από μόνη της πρέπει να εμπεριέχει την έννοια της ελευθερίας, να εμπεριέχει χρώματα, μουσικές και αγάπη. Το γκρίζο δε θυμίζει ζωή.

 Ας ζήσουμε λοιπόν!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου